Η δορυφορική επικοινωνία είναι δυνατή μέσω διαφόρων συστημάτων. Όμως μόνο τα συμβατά με το GMDSS συστήματα μπορούν να εγγυηθούν 100% αξιοπιστία, που είναι πολύ σημαντική στις κλήσεις SAR. Υπάρχουν και λιγότερο ακριβά συστήματα, αλλά όσοι σκέφτονται να τα χρησιμοποιήσουν θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι δεν είναι πάντα αξιόπιστα.
Η δορυφορική κάλυψη δεν εξυπηρετεί τα πλοία που πλέουν στις Πολικές Περιοχές. Η Γραμμή όρασης, προϋπόθεση για τη λειτουργία του συστήματος, σπάνια είναι δυνατή πάνω από τις 70 μοίρες βόρεια και νότια c(ο δορυφόρος θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 μοίρες πάνω από τον ορίζοντα).
Υπάρχουν τρία συστήματα για την παροχή των περισσότερων απαραίτητων λειτουργιών του GMDSS: τα Inmarsat-B, Inmarsat-C και Inmarsat-Fleet (F 77).
Το σύστημα Inmarsat είναι ιδιαιτέρως χρήσιμο στη Θαλάσσια Περιοχή Α3. Τα σήματα κινδύνου από τους σταθμούς πλοίων Inmarsat λαμβάνουν πρώτη προτεραιότητα, γιατί αποστέλοντα αυτόματα από το σύστημα Inmarsat στα Κέντρα Συντονισμού Διάσωσης (RCC).
Ετσι το σύστημα Inmarsat επιτρέπει την εκπομπή σημάτων κινδύνων από πλοία στη θάλασσα σε μεγάλες αποστάσεις. Το σύστημα επιτρέπει επίσης την εκπομπή σημάτων κινδύνου από την ακτή προς τα πλοία (μέσω της EGC [ενισχυμένη ομαδική κλήση], τμημάτων του Inmarsat-C ή μέσω των απλών ομαδικών κλήσεων τέλεξ προς το Inmarsat-Fleet ή τα τερματικά του Inmarsat-B). Μια τρίτη λειτουργία του δορυφορικού συστήματος είναι να διευκολύνει την επικοινωνία κατά τις επιχειρήσεις SAR (έρευνα και διάσωση).
Μια τέταρτη λειτουργία του δορυφορικού συστήματος είναι η διάδοση Πληροφοριών Θαλάσσιας Ασφάλειας (MSI). Αυτή η διαδικασία μπορεί να λειτουργήσει με δυο τρόπους, με τον παράκτιο σταθμό να ενημερώνει τα πλοία καθώς και μετα πλοία να ενημερώνουν τους παράκτιους σταθμούς (για ναυτιλιακούς ή μετεωρολογικούς κινδύνους).
Τέλος πολλά όργανα του δορυφορικού συστήματος μπορούν να χρησιμοποιηθούν για γενικές ασύρματες κλήσεις, επιτρέποντας στα πλοία πλήρη επικοινωνία με τη στεριά -μέσω τηλεφώνου, FAX, τέλεξ, e-mail, κλπ- έτσι ώστε κάποιες δυνητικά κρίσιμες καταστάσεις να αποτραπούν με τις συμβουλές ειδκών ή με σημαντικές πληροφορίες που εκπέμπονται από τους παράκτιους σταθμούς.
Κάθε σύστημα χρησιμοποιείται για διαφορετικό σκοπό. Το Inmarsat-C μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για σύντομα μηνύματα κειμένου όπως τέλεξ, e-mail, κλπ. Από την άλλη το κόστος του χρήστη είναι σχετικά μικρό. Αυτό το σύστημα είναι κατάλληλο για όλα τα σκάφη.
Το σύστημα Inmarsat-B είναι πιο εκτεταμένο και πιο ακριβό, επιτρέποντας όλα τα είδη επικοινωνίας, μεταξύ των οποίων την εκπομπή φωνητικών και εκτεταμένων δεδομένων. Φυσικά αυτές οι δυνατότητα απαιτούν περισσότερους πόρους -οι κεραίες, για παράδειγμα, είναι αρκετά μεγάλες και βαριές- κι έτσι το σύστημα δεν είναι κατάλληλο για μικρά σκάφη.
Το σύστημα Inmarsat-Fleet έχει κι αυτό αρκετά πλεονεκτήματα. Η ικανότητες εξαρτώνται από το ποια από τις τρεις κεραίες χρησιμοποιούνται (33[cm], 55, και 77). Και οι τρεις επιτρέπουν τη φωνητική επικοινωνία, αλλά η ποσότητα της εκπομπής δεδομένων (μέσω e-mail) εξαρτάται από το μέγεθος της κεραίας. ΗFleet 33, φυσικά, είναι κατάλληλη για μικρά σκάφη. Η στενή δέσμης, στην τηλεπικοινωνιακή διάλεκτο, είναι ένα δορυφορικό σήμα που εστιάζει κυρίως στην ισχύ (δηλαδή εκπέμπεται από κεραία υψηλής απολαβής;) έτσι ώστες καλύπτει μόνο μια περιορισμένη γεωγραφική περιοχή στη Γη. Ως προς τη συμβατότητα με το GMDSS θα υπάρξει μειωμένη κάλυψη στενής δέσμης για τις Fleet 55 και Fleet 33.
Τα Inmarsat-M και Inmarsat-miniM αποτελούν ελαφρύτερα και, συνεπώς, πιο ευκίνητα μέσα χρήσης ενός Νηόφερτου Επίγειου Σταθμού (SES). Αυτά τα συστήματα δεν είναι συμβατά με το GMDSS γιατί δεν έχουν παγκόσμια κάλυψη. Εχουν το πλεονέκτημα του μικρού μεγέθους -σημαντικό όσον αφορά την κεραία- και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για φωνητική επικοινωνία καθώς και για αποστολή κειμένων. Αν και το Inmarsat-M περιλαμβάνει ένα αμφίδρομο παγκόσμιο τηλέφωνο, FAX, και επικοινωνία δεδομένων μέσω υπολογιστή, δεν έχει τρόπο άμεσης εκτύπωσης των μηνυμάτων. Ετσι, παρά την ομοιότητα και τη χρησιμότητά του, ιδίως για τα μικρότερα σκάφη, δεν πληροί τις προδιαγραφές του GMDSS, ιδίως όσων αφορά τη λήψη σημάτων κινδύνου και δεν περιλαμβάνεται στο σύστημα GMDSS.
Τμήμα Εδάφους Inmarsat
Οι Επίγειοι Σταθμοί (LES), που λέγονται επίσης Παράκτιοι Επίγειοι Σταθμοί (CES), είναι σταθμοί που ανήκουν και λειτουργούν από παροχείς τηλεποικινωνιακών υπηρεσιών σε διάφορες χώρες του κόσμου. Σε κάθε Ωκεάνια Περιοχή υπάρχουν πολλοί LES.
Ένας LES λειτουργεί σαν κέντρο διεθνών επικοινωνιών που εξυπηρετεί κλήσεις: από τα πλοία προς την ξηρά, από την ξηρά προς τα πλοία και μεταξύ πλοίων. Οι συνδέσεις που γίνονται από ενα πλοίο μέσω ενός LES μπορούν να πάνε οπουδήποτε στον κόσμο.
Εκτός από την παροχή απλής επικοινωνίας κάθε LES έχει άμεση σύνδεση με ένα Κέντρο Συντονισμού Θαλάσσιας Διάσωσης (MRCC) για επείγουσες κλήσεις. Συνήθως οι LES μπορούν να προσφέρουν σύνδεση με ένα ιατρικό κέντρο όταν χρειάζοντα ιατρικές συμβουλές.
Για τον κατάλογο των MRCC που συνδέεονται με τους LES του Inmarsat βλ. Παράρτημα.
SCC, NOC και NCS
Σε κάθε Ωκεάνια Περιοχή υπάρχει ένας LES με έναν ιδιαίτερο ρόλο. Αυτός είναι ο Σταθμός Συντονισμού Δικτύου (NCS). Ο ρόλος του NCS είναι να δίνει ένα ελεύθερο (μη απασχολημένο) κανάλι εργασίας στα πλοία και στους LES. Ο NCS διατηρεί τον έλεγχο όλων των καναλιών εργασίας σε ένα συγκεκριμένο δορυφόρο. Κανένας LES δεν μπορεί να κρατήσει ένα κανάλι εφόσον δεν πρόκειται να γίνει σύνδεση. Έτσι, η δορυφορική υπηρεσία χρησιμοποιείται αποτελεσματικότερα.
Και δύο άλλοι LES έχουν έναν ιδιαίτερο ρόλο: Το Κέντρο Λειτουργιών Δικτύου (NOC) φροντίζει τη λειτουργία όλης της διαδικασίας επικοινωνίας του δικτύου. Το Δορυφορικό Κέντρο Ελέγχου (SCC) είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία και τοποθέτηση των δορυφόρων στις τέσσερις περιοχές του Inmarsat.
Τα SCC, NOC και NCS συνδέονται μεταξύ τους για να διασφαλίζεται η σωστή και αξιόπιστη επικοινωνία δικτύου εντός του συστήματος Inmarsat. Το Δορυφορικό Κέντρο Ελέγχου (SCC) και το Κέντρο Λειτουργιών Δικτύου (NOC) βρίσκοντια στα κεντρικά γραφεία του INMARSAT στο Λονδίνο.
SES και MES
Η μονάδα επικοινωνίας στο σκάφος λέγεται Νηοφόρος Επίγειος Σταθμός (SES). Εντός του συστήματος Inmarsat το σύστημα μπορούν να χρησιμοποιούν επίσης χρήστες κινητών στην ξηρά και αεροπλάνα. Σε αυτή την περίπτωση λέγονται Κινητοί Επίγειοι Σταθμοί (MES). Όταν γίνεται σύνδεση από έναν SES/MES, μέσω ενός συγκεκριμένου δορυφόρου, το αίτημα της κλήσης περιλαμβάνει την ταυτότητα του LES μέσω του οποίου θέλει να συνδεθεί ο χειριστής ασυρμάτου του πλοίου. Το NCS παραχωρεί ένα κανάλι εργασία και καθοδηγεί τους SES/MES να "συναντηθούν" σε αυτό το κανάλι.
Inmarsat
Ο Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλιακών Δορυφόρων (Inmarsat) είναι αναπόσπαστο κομμάτι του GMDSS με την παροχή μέσως που εδρεύουν στο διάστημα για την αποστολή σημάτων ασφαλείας και κινδύνου μέσω τεσσάρων γαιοtταθερώ ν δορυφόρων σε θέσεις πάνω από τον ισημερινό. Ο Inmarsat είναι Ιδιωτική εταιρεία. Τα πέλματα αυτών των δορυφόρων λέγονται Ωκεάνιες Περιοχές:- Ωκεάνια Περιοχή Ανατολικού Ατλαντικού (AOR-E)
- Ωκεάνια Περιοχή Ειρηνικού (POR)
- Ωκεάνια Περιοχή Ινδικού (IOR)
- Ωκεάνια Περιοχή Δυτικού Ατλαντικού (AOR-W)
Η δορυφορική κάλυψη δεν εξυπηρετεί τα πλοία που πλέουν στις Πολικές Περιοχές. Η Γραμμή όρασης, προϋπόθεση για τη λειτουργία του συστήματος, σπάνια είναι δυνατή πάνω από τις 70 μοίρες βόρεια και νότια c(ο δορυφόρος θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 μοίρες πάνω από τον ορίζοντα).
Υπάρχουν τρία συστήματα για την παροχή των περισσότερων απαραίτητων λειτουργιών του GMDSS: τα Inmarsat-B, Inmarsat-C και Inmarsat-Fleet (F 77).
Το σύστημα Inmarsat είναι ιδιαιτέρως χρήσιμο στη Θαλάσσια Περιοχή Α3. Τα σήματα κινδύνου από τους σταθμούς πλοίων Inmarsat λαμβάνουν πρώτη προτεραιότητα, γιατί αποστέλοντα αυτόματα από το σύστημα Inmarsat στα Κέντρα Συντονισμού Διάσωσης (RCC).
Ετσι το σύστημα Inmarsat επιτρέπει την εκπομπή σημάτων κινδύνων από πλοία στη θάλασσα σε μεγάλες αποστάσεις. Το σύστημα επιτρέπει επίσης την εκπομπή σημάτων κινδύνου από την ακτή προς τα πλοία (μέσω της EGC [ενισχυμένη ομαδική κλήση], τμημάτων του Inmarsat-C ή μέσω των απλών ομαδικών κλήσεων τέλεξ προς το Inmarsat-Fleet ή τα τερματικά του Inmarsat-B). Μια τρίτη λειτουργία του δορυφορικού συστήματος είναι να διευκολύνει την επικοινωνία κατά τις επιχειρήσεις SAR (έρευνα και διάσωση).
Μια τέταρτη λειτουργία του δορυφορικού συστήματος είναι η διάδοση Πληροφοριών Θαλάσσιας Ασφάλειας (MSI). Αυτή η διαδικασία μπορεί να λειτουργήσει με δυο τρόπους, με τον παράκτιο σταθμό να ενημερώνει τα πλοία καθώς και μετα πλοία να ενημερώνουν τους παράκτιους σταθμούς (για ναυτιλιακούς ή μετεωρολογικούς κινδύνους).
Τέλος πολλά όργανα του δορυφορικού συστήματος μπορούν να χρησιμοποιηθούν για γενικές ασύρματες κλήσεις, επιτρέποντας στα πλοία πλήρη επικοινωνία με τη στεριά -μέσω τηλεφώνου, FAX, τέλεξ, e-mail, κλπ- έτσι ώστε κάποιες δυνητικά κρίσιμες καταστάσεις να αποτραπούν με τις συμβουλές ειδκών ή με σημαντικές πληροφορίες που εκπέμπονται από τους παράκτιους σταθμούς.
Κάθε σύστημα χρησιμοποιείται για διαφορετικό σκοπό. Το Inmarsat-C μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για σύντομα μηνύματα κειμένου όπως τέλεξ, e-mail, κλπ. Από την άλλη το κόστος του χρήστη είναι σχετικά μικρό. Αυτό το σύστημα είναι κατάλληλο για όλα τα σκάφη.
Το σύστημα Inmarsat-B είναι πιο εκτεταμένο και πιο ακριβό, επιτρέποντας όλα τα είδη επικοινωνίας, μεταξύ των οποίων την εκπομπή φωνητικών και εκτεταμένων δεδομένων. Φυσικά αυτές οι δυνατότητα απαιτούν περισσότερους πόρους -οι κεραίες, για παράδειγμα, είναι αρκετά μεγάλες και βαριές- κι έτσι το σύστημα δεν είναι κατάλληλο για μικρά σκάφη.
Το σύστημα Inmarsat-Fleet έχει κι αυτό αρκετά πλεονεκτήματα. Η ικανότητες εξαρτώνται από το ποια από τις τρεις κεραίες χρησιμοποιούνται (33[cm], 55, και 77). Και οι τρεις επιτρέπουν τη φωνητική επικοινωνία, αλλά η ποσότητα της εκπομπής δεδομένων (μέσω e-mail) εξαρτάται από το μέγεθος της κεραίας. ΗFleet 33, φυσικά, είναι κατάλληλη για μικρά σκάφη. Η στενή δέσμης, στην τηλεπικοινωνιακή διάλεκτο, είναι ένα δορυφορικό σήμα που εστιάζει κυρίως στην ισχύ (δηλαδή εκπέμπεται από κεραία υψηλής απολαβής;) έτσι ώστες καλύπτει μόνο μια περιορισμένη γεωγραφική περιοχή στη Γη. Ως προς τη συμβατότητα με το GMDSS θα υπάρξει μειωμένη κάλυψη στενής δέσμης για τις Fleet 55 και Fleet 33.
Τα Inmarsat-M και Inmarsat-miniM αποτελούν ελαφρύτερα και, συνεπώς, πιο ευκίνητα μέσα χρήσης ενός Νηόφερτου Επίγειου Σταθμού (SES). Αυτά τα συστήματα δεν είναι συμβατά με το GMDSS γιατί δεν έχουν παγκόσμια κάλυψη. Εχουν το πλεονέκτημα του μικρού μεγέθους -σημαντικό όσον αφορά την κεραία- και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για φωνητική επικοινωνία καθώς και για αποστολή κειμένων. Αν και το Inmarsat-M περιλαμβάνει ένα αμφίδρομο παγκόσμιο τηλέφωνο, FAX, και επικοινωνία δεδομένων μέσω υπολογιστή, δεν έχει τρόπο άμεσης εκτύπωσης των μηνυμάτων. Ετσι, παρά την ομοιότητα και τη χρησιμότητά του, ιδίως για τα μικρότερα σκάφη, δεν πληροί τις προδιαγραφές του GMDSS, ιδίως όσων αφορά τη λήψη σημάτων κινδύνου και δεν περιλαμβάνεται στο σύστημα GMDSS.
Τμήμα Εδάφους Inmarsat
LES/CES
Οι Επίγειοι Σταθμοί (LES), που λέγονται επίσης Παράκτιοι Επίγειοι Σταθμοί (CES), είναι σταθμοί που ανήκουν και λειτουργούν από παροχείς τηλεποικινωνιακών υπηρεσιών σε διάφορες χώρες του κόσμου. Σε κάθε Ωκεάνια Περιοχή υπάρχουν πολλοί LES.
Ένας LES λειτουργεί σαν κέντρο διεθνών επικοινωνιών που εξυπηρετεί κλήσεις: από τα πλοία προς την ξηρά, από την ξηρά προς τα πλοία και μεταξύ πλοίων. Οι συνδέσεις που γίνονται από ενα πλοίο μέσω ενός LES μπορούν να πάνε οπουδήποτε στον κόσμο.
Εκτός από την παροχή απλής επικοινωνίας κάθε LES έχει άμεση σύνδεση με ένα Κέντρο Συντονισμού Θαλάσσιας Διάσωσης (MRCC) για επείγουσες κλήσεις. Συνήθως οι LES μπορούν να προσφέρουν σύνδεση με ένα ιατρικό κέντρο όταν χρειάζοντα ιατρικές συμβουλές.
Για τον κατάλογο των MRCC που συνδέεονται με τους LES του Inmarsat βλ. Παράρτημα.
SCC, NOC και NCS
Σε κάθε Ωκεάνια Περιοχή υπάρχει ένας LES με έναν ιδιαίτερο ρόλο. Αυτός είναι ο Σταθμός Συντονισμού Δικτύου (NCS). Ο ρόλος του NCS είναι να δίνει ένα ελεύθερο (μη απασχολημένο) κανάλι εργασίας στα πλοία και στους LES. Ο NCS διατηρεί τον έλεγχο όλων των καναλιών εργασίας σε ένα συγκεκριμένο δορυφόρο. Κανένας LES δεν μπορεί να κρατήσει ένα κανάλι εφόσον δεν πρόκειται να γίνει σύνδεση. Έτσι, η δορυφορική υπηρεσία χρησιμοποιείται αποτελεσματικότερα.
Και δύο άλλοι LES έχουν έναν ιδιαίτερο ρόλο: Το Κέντρο Λειτουργιών Δικτύου (NOC) φροντίζει τη λειτουργία όλης της διαδικασίας επικοινωνίας του δικτύου. Το Δορυφορικό Κέντρο Ελέγχου (SCC) είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία και τοποθέτηση των δορυφόρων στις τέσσερις περιοχές του Inmarsat.
Τα SCC, NOC και NCS συνδέονται μεταξύ τους για να διασφαλίζεται η σωστή και αξιόπιστη επικοινωνία δικτύου εντός του συστήματος Inmarsat. Το Δορυφορικό Κέντρο Ελέγχου (SCC) και το Κέντρο Λειτουργιών Δικτύου (NOC) βρίσκοντια στα κεντρικά γραφεία του INMARSAT στο Λονδίνο.
SES και MES
Η μονάδα επικοινωνίας στο σκάφος λέγεται Νηοφόρος Επίγειος Σταθμός (SES). Εντός του συστήματος Inmarsat το σύστημα μπορούν να χρησιμοποιούν επίσης χρήστες κινητών στην ξηρά και αεροπλάνα. Σε αυτή την περίπτωση λέγονται Κινητοί Επίγειοι Σταθμοί (MES). Όταν γίνεται σύνδεση από έναν SES/MES, μέσω ενός συγκεκριμένου δορυφόρου, το αίτημα της κλήσης περιλαμβάνει την ταυτότητα του LES μέσω του οποίου θέλει να συνδεθεί ο χειριστής ασυρμάτου του πλοίου. Το NCS παραχωρεί ένα κανάλι εργασία και καθοδηγεί τους SES/MES να "συναντηθούν" σε αυτό το κανάλι.
Last modified: Saturday, 25 April 2020, 7:50 PM